Το γλαύκωμα είναι μια ομάδα οφθαλμικών παθήσεων που προκαλούν βλάβη του οπτικού νεύρου. Το οπτικό νεύρο είναι το «καλώδιο» που μεταφέρει τα οπτικά ερεθίσματα απ’ το μάτι προς τον εγκέφαλο και αποτελείται από μεγάλο αριθμό νευρικών ινών.Κάθε ίνα του οπτικού νεύρου είναι υπεύθυνη για τη μεταφορά οπτικών ερεθισμάτων από ένα συγκεκριμένο σημείο του οπτικού μας πεδίου, και η πρόκληση βλάβης σε μια δεσμίδα αυτών των ινών οδηγεί σε ελάττωση ή και απώλεια της όρασης στο τμήμα του χώρου που αυτή αντιστοιχεί. Είναι μια χρόνια εξελικτική νευροπάθεια που συνήθως συνοδεύεται από αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης.

  Η ενδοφθάλμια πίεση δημιουργείται από το υγρό που γεμίζει το πρόσθιο τμήμα του ματιού και ονομάζεται υδατοειδές υγρό. Αυτό το υγρό παράγεται πίσω από την ίριδα σε μια περιοχή που ονομάζεται ακτινωτό σώμα.
Το υγρό αυτό δια μέσω της κόρης έρχεται εμπρός από την ίριδα και κινείται προς την περιοχή που σχηματίζεται από τον κερατοειδή (το διαφανές παράθυρο του ματιού) και την ίριδα, την γωνία του ματιού, απ’ όπου και αποχετεύεται.  Στα φυσιολογικά μάτια υπάρχει ισορροπία μεταξύ του παραγόμενου και του αποχετευόμενου υγρού. Όταν αυτή η ισορροπία διαταράσσεται, λόγω συνήθως μείωσης της αποχέτευσης, τότε αυξάνει η πίεση στο μάτι. Το γλαύκωμα συνήθως συνοδεύεται από αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση. Υπάρχει όμως και το Γλαύκωμα Φυσιολογικής ή Χαμηλής Πίεσης όπου παρατηρείται βλάβη του οπτικού νεύρου χωρίς αύξηση της ενδοφθάλμια πίεση. Σ' αυτή τη μορφή γλαυκώματος σημαντικό ρόλο παίζει ο αγγειακός παράγοντας. Επίσης αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση μόνο, δεν σημαίνει γλαύκωμα αν δεν παρατηρείται βλάβη του οπτικού νεύρου.


Τύποι γλαυκώματος
Υπάρχουν τέσσερις βασικοί τύποι γλαυκώματος:

Πρωτοπαθές γλαύκωμα ανοιχτής γωνίας:  Είναι ο πιο συχνός τύπος γλαυκώματος. Η ενδοφθάλμια πίεση αυξάνει με αργό ρυθμό χωρίς παρουσία συμπτωμάτων στα πρώιμα στάδια της πάθησης. Για το λόγο αυτό περίπου το 45% των γλαυκωμάτων είναι αδιάγνωστα σύμφωνα και με τις πιο πρόσφατες στατιστικές.
Πρωτοπαθές γλαύκωμα κλειστής γωνίας: Αυτός ο τύπος γλαυκώματος είναι συχνότερος στους ασιάτες. Η ενδοφθάλμια πίεση αυξάνει ξαφνικά (οξύ γλαύκωμα) και προκαλεί έντονο πόνο στην περιοχή του ματιού που συνοδεύεται από έγχρωμους κύκλους γύρω από τα φώτα, θάμπωμα στην όραση και κόκκινο μάτι.
Είναι επείγουσα κατάσταση που απαιτεί άμεση αντιμετώπιση.
Δευτεροπαθές γλαύκωμα : Μπορεί να είναι είτε ανοιχτής είτε κλειστής γωνίας. Οφείλεται στην ύπαρξη άλλης τοπικής ή συστηματικής αιτίας που προκαλεί αύξηση της ενδοφθάλμια πίεσης.
Γλαύκωμα φυσιολογικής πίεσης: Μερικοί άνθρωποι έχουν πιο ευαίσθητο στην πίεση οπτικό νεύρο με συνέπεια τιμές ενδοφθάλμιας πίεσης που θεωρούνται γενικά «φυσιολογικές» να είναι ικανές να προκαλέσουν ζημιά στην όραση. Σε αυτές τις περιπτώσεις βοηθούν σημαντικά οι νέες τεχνολογίες απεικόνισης των ινών του οπτικού νεύρου που μπορούν να αναγνωρίσουν εύκολα και τις πιο μικρές αλλοιώσεις, προλαβαίνοντας έτσι τις δυσάρεστες συνέπειες πριν να είναι αργά.
Συγγενές γλαύκωμα: Είναι μια σπάνια κατάσταση που εμφανίζεται με συχνότητα περίπου 1:10000 γεννήσεις αφορά κυρίως αγόρια και στο 75% είναι αμφοτερόπλευρο μπορεί δε να συνοδεύεται και από άλλα οφθαλμολογικά προβλήματα.
Άλλες μορφές γλαυκώματος:

Όπως προαναφέρθηκε το γλαύκωμα προκαλείται από πολλές ετερόκλιτες αιτίες και με ποικίλους μηχανισμούς.
Κάποια σύνδρομα αρκετά συχνά στο γενικό πληθυσμό, όπως το σύνδρομο ψευδοαποφολίδωσης και το σύνδρομο διασποράς χρωστικής, έχουν σαν αποτέλεσμα την εναπόθεση σωματιδίων στη γωνία (την αποχέτευση του ματιού) βουλώνοντάς την όπως π.χ. μπορεί να βουλώσει από ξένα σώματα ένας νεροχύτης. Έτσι περιορίζεται το ποσό του υδατοειδούς υγρού που αυτή μπορεί να αποβάλλει στη μονάδα του χρόνου, οδηγώντας και πάλι στη συσσώρευσή του και σε αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης.

  Ο φακός του ματιού (που βρίσκεται πίσω απ’ την ίριδα) μπορεί να είναι επίσης υπεύθυνος για την απόφραξη της γωνίας/αποχέτευσης με διάφορους τρόπους. Για παράδειγμα στο λεγόμενο «φακολυτικό» γλαύκωμα, η απελευθέρωση «υλικού» από έναν φακό με υπερώριμο καταρράκτη μπορεί να φράξει τη γωνία, προκαλώντας επώδυνη αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης.
Διάφορες αιτίες ισχαιμίας, όπως ο διαβήτης, η στένωση των καρωτίδων κ.α., προάγουν τον σχηματισμό μιας μεμβράνης από παθολογικά αγγεία που λέγεται «νεοαγγειακή μεμβράνη». Με την πρόοδο της νόσου αυτή η μεμβράνη μεγαλώνει και συσπάται, έλκοντας την ίριδα προς τα μπροστά, αποφράσσοντας τη γωνία.
Γλαύκωμα επίσης μπορεί να προκληθεί με διάφορους μηχανισμούς από οφθαλμικούς όγκους, τραύματα, χειρουργικές επεμβάσεις κ.α.

AITIA ΓΛΑΥΚΩΜΑΤΟΣ
Υπάρχουν πολλές ετερόκλητες αιτίες που δυνητικά προκαλούν γλαύκωμα. Κοινό σημείων όλων, είναι η αύξηση της πίεσης στο εσωτερικό του ματιού.

Ένα κάποιο επίπεδο (φυσιολογικής) πίεσης είναι απαραίτητο για το μάτι, ώστε να διατηρεί το σχήμα του και τη λειτουργικότητά του. Η αύξησή της όμως, είτε με απευθείας επίδραση στο οπτικό νεύρο, είτε πιέζοντας τα μικρά αγγεία που το τρέφουν, προκαλεί σε αυτό μη αναστρέψιμες βλάβες με καταστροφικές συνέπειες για την όραση..
Υπάρχουν όμως και άλλοι παράγοντες κινδύνου που η ύπαρξή τους προδιαθέτει για την εμφάνιση γλαυκώματος. Τέτοιοι είναι:
• η προχωρημένη ηλικία
• η φυλή
• η μυωπία
• ο σακχαρώδης διαβήτης
• άλλες αγγειακές παθήσεις
• η χρήση κορτιζόνης (τοπική ή συστηματική) για μεγάλο χρονικό διάστημα

ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΓΛΑΥΚΩΜΑΤΟΣ  

Στα πρώτα στάδια γλαυκώματος ανοιχτής γωνίας, ο ασθενής δεν έχει συμπτώματα. Με την εξέλιξη όμως της νόσου και όσο η καταστροφή του οπτικού νεύρου συνεχίζεται, εμφανίζονται σκοτώματα στο περιφερικό οπτικό πεδίο του ασθενή. Αυτά τα σκοτώματα δεν γίνονται εύκολα αντιληπτά μέχρι η βλάβη του οπτικού νεύρου να γίνει αρκετά σοβαρή ή μέχρι να διαγνωστούν από τον οφθαλμίατρο κατά την διάρκεια ενός πλήρους οφθαλμολογικού ελέγχου.

Παρομοίως, τα άτομα με αυξημένες πιθανότητες για ανάπτυξη κρίσεως οξέος γλαυκώματος (γλαύκωμα κλειστής γωνίας) δεν έχουν συμπτώματα μέχρι την στιγμή της κρίσης, όπου η ενδοφθάλμια πίεση φτάνει σε πολύ υψηλά επίπεδα.
Τα συμπτώματα της κρίσεως οξέος γλαυκώματος είναι τα εξής:

• Έντονος πόνος του ματιού
• Eρυθρότητα
• Mειωμένη όραση
• Έγχρωμα φωτοστέφανα γύρω από τις φωτεινές πηγές
• Πονοκέφαλος
• Ναυτία και έμετος

ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ

Η μέτρηση της ενδοφθάλμιας πίεσης είναι η πρώτη εξέταση που απαιτείται. Η αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση είναι αναμφίβολα ένας σημαντικός παράγοντας κινδύνου, αλλά δεν αρκεί από μόνη της για να γίνει η διάγνωση και αυτό διότι θα πρέπει να υπάρχουν οπωσδήποτε βλάβες του οπτικού νεύρου και των οπτικών ινών για να είναι σίγουρη η διάγνωση του γλαυκώματος. Εφόσον βρεθεί αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση αλλά δεν υπάρχουν βλάβες στο οπτικό νεύρο, στις οπτικές ίνες και στο οπτικό πεδίο τότε μιλάμε για οφθαλμική υπερτονία και όχι για γλαύκωμα.

Η περαιτέρω διάγνωση του γλαυκώματος γίνεται με την αξιολόγηση του ιστορικού του ατόμου σε συνδυασμό με τις εξής οφθαλμολογικές εξετάσεις:

1. Τονομέτρηση:
 Το ερώτημα αν η πίεση που μετράται κάθε φορά είναι η πραγματική ή όχι, απασχολεί πάντα τον οφθαλμίατρο . Το τονόμετρο μπορεί να μας δώσει την πραγματική ενδοφθάλμια πίεση ελαχιστοποιώντας την επίδραση παραγόντων που ποικίλουν από εξεταζόμενο σε εξεταζόμενο (πάχος κερατοειδούς αντίσταση κερατοειδούς, υποκειμενική εκτίμηση του οφθαλμιάτρου) και βοηθούν σημαντικά στη διάγνωση του γλαυκώματος.
2. Γωνιοσκοπία:
Κατά την γωνιοσκοπία γίνεται έλεγχος της <γωνίας>, δηλαδή του σημείου που αποχετεύεται το υδατοειδές υγρό από το μάτι. Ο οφθαλμίατρος χρησιμοποιεί έναν ειδικό φακό σαν καθρέπτη ο οποίος εφάπτεται στον κερατοειδή για να εξετάσει την γωνία και να καθορίσει τον τύπο του γλαυκώματος του ασθενή.
3. Αξιολόγηση του οπτικού νεύρου και των νευρικών ινών:
Η εξέταση του οπτικού νεύρου για τη διάγνωση του γλαυκώματος γίνεται από τον οφθαλμίατρο με το οφθαλμοσκόπιο. Με το όργανο αυτό ελέγχουμε το μέγεθος της κοίλανσης του οπτικού νεύρου. Κοίλανση μεγαλύτερη του φυσιολογικού ή διαφορετικού μεγέθους κοίλανση ανάμεσα στα δύο μάτια ενός εξεταζόμενου μπορεί να οδηγήσει στη διάγνωση του γλαυκώματος.
Η αντικειμενική και ποσοτική καταγραφή της βλάβης του οπτικού νεύρου επιτυγχάνεται με τους αναλυτές του οπτικού νεύρου και της στιβάδας των νευρικών ινών (LST GDx OCT). Με αυτούς γίνεται τοπογραφική ανάλυση της οπτικής θηλής και μέτρηση του πάχους των οπτικών ινών.
Υπάρχει επίσης η δυνατότητα μέτρησης του αριθμού των γαγγλιακών κυττάρων στη περιοχή της ωχράς κηλίδας. Οι απολήξεις των κυττάρων αυτών σχηματίζουν το οπτικό νεύρο. Η καταγραφή αυτών των παραμέτρων συμβάλλει στην πρώιμη διάγνωση του γλαυκώματος, καθώς όπως είναι γενικά αποδεκτό οι δομικές αλλαγές προηγούνται των λειτουργικών στο γλαύκωμα.
4. Έλεγχος οπτικών πεδίων (Περιμετρία):
Με την εξέταση των οπτικών πεδίων καταγράφουμε το ποσοστό των νευρικών ινών που έχουν καταστραφεί από το γλαύκωμα. Βασίζεται στην ικανότητα του εξεταζόμενου να αναγνωρίζει το φως σε κάθε περιοχή του αμφιβληστροειδή χιτώνα.

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΓΛΑΥΚΩΜΑΤΟΣ
Το γλαύκωμα είναι μια πάθηση η οποία δεν θεραπεύεται αλλά ρυθμίζεται.
Αυτό σημαίνει ότι από τη θεραπεία περιμένουμε την αναστολή ή επιβράδυνση της εξέλιξης και όχι βελτίωση της βλάβης.
Κατά κανόνα, η βλάβη που προκαλείται από το γλαύκωμα είναι μη αναστρέψιμη. Οφθαλμικές σταγόνες, χάπια, και λέιζερ ή χειρουργικές επεμβάσεις χρησιμοποιούνται για την πρόληψη ή την καθυστέρηση περαιτέρω γλαυκωματικής βλάβης.
Με κάθε τύπο γλαυκώματος, οι περιοδικές εξετάσεις είναι πολύ σημαντικές για την αποφυγή της απώλειας της οράσεως.
Φαρμακευτική θεραπεία (αντιγλαυκωματικά κολλύρια):
Αποτελεί την πιο συχνά εφαρμοζόμενη θεραπεία στο γλαύκωμα. Κάποια φάρμακα στοχεύουν στη μείωση της παραγωγής του υδατοειδούς υγρού και άλλα στην αύξηση της αποχέτευσης.Τα φάρμακα μπορούν να χρησιμοποιηθούν είτε σαν μονοθεραπεία είτε σαν συνδυασμένη θεραπεία.

Θεραπεία με Laser:
Με το laser γλαυκώματος στοχεύουμε είτε στην αύξηση της αποχέτευσης του υδατοειδούς υγρού (laser τραμπεκουλοπλαστική) όπως συμβαίνει στο γλαύκωμα ανοιχτής γωνίας, είτε στη διευκόλυνση της ροής του υδατοειδούς υγρού δημιουργώντας ένα περιφερικό «άνοιγμα» στην ίριδα (YAG-laser ιριδοτομή) όπως συμβαίνει στο γλαύκωμα στενής γωνίας.
Χειρουργική θεραπεία:
Η χειρουργική γλαυκώματος χρησιμοποιείται συνήθως όταν η συντηρητική θεραπεία αδυνατεί να ελέγξει το γλαύκωμα. Υπάρχουν πολλών ειδών χειρουργικές θεραπείες για το γλαύκωμα, όλες όμως στοχεύουν στη βελτίωση της αποχέτευσης δημιουργώντας ένα νέο αποχετευτικό σύστημα.
Η πιο συχνή αντιγλαύκωματική επέμβαση είναι η τραμπεκουλεκτομή. Σ' αυτήν δημιουργούμε στο άσπρο του ματιού (στο σκληρό χιτώνα) ένα καλυμμένο τούνελ που παροχετεύει το υδατοειδές υγρό από το εσωτερικό του ματιού σε μια μικρή φυσαλίδα κάτω από το άνω βλέφαρο. Έτσι ελαττώνεται η πίεση του υδατοειδούς υγρού και επομένως και η πίεση στο οπτικό νεύρο η οποία προκαλεί την απώλεια της όρασης στο γλαύκωμα.

Άλλες επεμβάσεις είναι:
• Μη διατιτρένουσες επεμβάσεις
• Ένθεση βαλβίδων
• Κυκλοκαταστροφικές επεμβάσεις
Σε ασθενείς χαμηλού κινδύνου το ποσοστό επιτυχίας αγγίζει το 90%. Τα 2/3 των μέσου κινδύνου ασθενών θα επιτύχουν ικανοποιητική πίεση χωρίς σταγόνες. Το 1/3-1/4 των ασθενών θα χρειαστούν και κάποιο φάρμακο και ένα μικρότερο ποσοστό θα χρειαστούν περαιτέρω χειρουργική επέμβαση.
Σπανιότερα κάποιοι ασθενείς θα παρουσιάσουν χαμηλή πίεση για μεγάλο χρονικό διάστημα και θα χρειαστούν επιπλέον χειρουργική επέμβαση για την αύξηση της ενδοφθάλμια πίεσης.
Η τακτική οφθαλμολογική εξέταση είναι η καλύτερη πρόληψη για το γλαύκωμα.

Επικοινωνήστε μαζί μας

Κύπρου 2, 15351 Παλλήνη Αττικής
2106669306

Search