Η μυωπία είναι μια διαθλαστική ανωμαλία του ματιού, κατά την οποία ο οφθαλμός είναι μεγαλύτερος από το φυσιολογικό (αξονική μυωπία) ή η καμπυλότητα του κερατοειδούς είναι αυξημένη (διαθλαστική μυωπία), με συνέπεια να μεγαλώνει η απόσταση ανάμεσα στον κερατοειδή και τον αμφιβληστροειδή. Οι ακτίνες του φωτός δεν εστιάζονται στον αμφιβληστροειδή όπως είναι το φυσιολογικό, αλλά σε κάποιο σημείο μπροστά από αυτόν. Ο μύωπας αδυνατεί να δει καθαρά τα αντικείμενα που βρίσκονται μακριά. Η μυωπία είναι κληρονομική και συνήθως εμφανίζεται μεταξύ των οκτώ και δώδεκα ετών. Κατά τη διάρκεια της εφηβείας όπου το σώμα αναπτύσσεται, παρατηρείται αύξηση και της μυωπίας. Από την ηλικία των είκοσι ετών περίπου έως και τα σαράντα, υπάρχει ελάχιστη αύξηση. Τέλος, η μυωπία μπορεί να εμφανισθεί και στους ενήλικες.
Η μυωπία μπορεί να έχει απλή μορφή (απλή μυωπία) ή να είναι κακοήθης (εκφυλιστική μυωπία). Στην πρώτη περίπτωση δεν υπάρχουν εμφανείς, έντονες, παθολοανατομικές αλλοιώσεις, ενώ στην δεύτερη περίπτωση παρατηρούνται αλλοιώσεις στον βυθό του μυωπικού ασθενή.
Ασθενείς με υψηλή μυωπία έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν γλαύκωμα και καταρράκτη. Η πιο σοβαρή επιπλοκή που μπορεί να εμφανιστεί στους μυωπικούς οφθαλμούς είναι η αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς, κάτι που πρέπει οι μύωπες να προσέχουν, ιδιαίτερα όταν η μυωπία χαρακτηρίζεται υψηλή και συνυπάρχουν μυωπικές αλλοιώσεις στην περιφέρεια του αμφιβληστροειδούς.
Η διάγνωση της μυωπίας γίνεται κατά τον τυπικό οφθαλμολογικό έλεγχο, με μια απλή μέτρηση της οπτικής οξύτητας του ατόμου.
Για να προσδιοριστεί η οπτική οξύτητα, ο ασθενής καλείται να διακρίνει τα σύμβολα ενός ειδικού πίνακα (οπτότυπο) που βρίσκεται σε συγκεκριμένη απόσταση από τα μάτια του.
Με την βοήθεια της σκιασκοπίας ή του αυτόματου διαθλασίμετρου, ο οφθαλμίατρος βρίσκει τους βαθμούς της μυωπίας του ασθενή και συνταγογραφεί τα γυαλιά του.
Υπάρχουν διάφοροι τρόποι αντιμετώπισης της μυωπίας. Ο καταλληλότερος εξαρτάται από τις ιδιαιτερότητες του οφθαλμού και τον τρόπο ζωής του κάθε μύωπα.
Ο πιο συχνός τρόπος διόρθωσης της μυωπίας είναι τα γυαλιά και οι φακοί επαφής. Με την χρήση τους, γίνεται επανεστίαση του φωτός στο σωστό σημείο του οφθαλμού, δηλαδή επάνω στον αμφιβληστροειδή χιτώνα και παρέχεται προστασία από την βλαπτική, υπεριώδη ακτινοβολία (UV) μέσω των ειδικών φίλτρων που εφαρμόζονται πάνω στους φακούς.
Εναλλακτικά, ο μύωπας μπορεί να επιλέξει μεταξύ των διαφόρων διαθλαστικών επεμβάσεων για την μόνιμη πλέον διόρθωση της μυωπίας του. Τέτοιες επεμβάσεις είναι η LASIK, Femtosecond LASIK και PRK, η τοποθέτηση φακικού ενδοφακού και άλλες.
Χάρη στην εξέλιξη της τεχνολογίας και στην αυξανόμενη εμπειρία του χειρουργού οφθαλμιάτρου οι τεχνικές αυτές είναι απόλυτα ασφαλείς και ικανές να καλύψουν τις ανάγκες των ασθενών. Οι βασικότερες είναι:
Με τη μέθοδο LASIK η διόρθωση της διαθλαστικής ανωμαλίας δε γίνεται στην επιφάνεια αλλά στο εσωτερικό του κερατοειδούς. Αρχικά, δημιουργείται ένας λεπτός επιφανειακός κρημνός κερατοειδικού ιστού, ο οποίος δεν αποκόπτεται εντελώς αλλά παραμένει ενωμένος με τον κερατοειδή στη μία του πλευρά. Στη συνέχεια ανασηκώνεται, για να αποκαλύψει τις εσωτερικές στιβάδες του κερατοειδούς και εφαρμόζεται το Excimer Laser. Με αυτό γίνεται εξάχνωση του κερατοειδικού ιστού, ώστε να τροποποιηθεί η καμπυλότητα του κερατοειδούς και να διορθωθεί το διαθλαστικό σφάλμα. Μετά ο χειρουργός επανατοποθετεί τον κρημνό στη θέση του.
H επέμβαση διόρθωσης της όρασης ( μυωπία, υπερμετρωπία ή/και αστιγμα¬τισμό) με laser γίνεται με σκοπό την αλλαγή των οπτικών του ιδιοτήτων του (το πόσο καλά εστιάζει), ώστε ο οφθαλμός να γίνει εμμετρωπικός και έτσι να εξα¬λειφθεί η μυωπία ,η υπερμετρωπία και ο αστιγματισμός). Για να επιτευχθεί αυτό, η οπτική ισχύς του κερατοειδή πρέπει να αλλάξει, ώστε να είναι εναρμονισμένη με τις οπτικές ανάγκες του οφθαλμού. Για παράδειγμα, πρέπει να μειωθεί (για τη μυωπία), αυξηθεί (για την υπερμετρωπία) ή να μεταβληθεί τοπικά (για τον αστιγματισμό).
Η διάρκεια της επέμβασης LASIK laser δεν υπερβαίνει τα 5 λεπτά, είναι ανώδυνη και δεν χρησιμοποιούνται βελόνες ή ράμματα. Η αποκατάσταση της όρασης είναι πολύ γρήγορη, ενώ η ποιότητα της όρασης συνεχίζει να βελτιώνεται για ένα μικρό ακόμη χρονικό διάστημα. Τα αποτελέσματα της θεραπείας των διαθλαστικών ανωμαλιών με Laser LASIK είναι ιδιαίτερα ιδιαίτερα ικανοποιητικά.
Lasik extra:
Μετά τη δημιουργία του κρημνού (flap), το ανασήκωμα του, την ακτινοβόληση με το excimer Laser, το οποίο διορθώνει τον αστιγματισμό, γίνεται ενστάλαξη οφθαλμικού διαλύματος ριβοφλαβίνης για 90sec με αποτέλεσμα να ποτίζεται το στρώμα του κερατοειδούς και εν συνεχεία πλένεται καλά η ριβοφλαβίνη, τοποθετείται το flap στη θέση του και ακολουθεί ακτινοβόληση του κερατοειδούς με υπεριώδη ακτινοβολία Α30mW/cm για 90 sec.
Επιφανειακή Φωτοδιαθλαστική Κερατεκτομή
H μέθοδος PRK είναι πολύ αποτελεσματική στη διόρθωση μικρών βαθμών μυωπίας, με ή χωρίς αστιγματισμό, αλλά και σε μεγαλύτερους βαθμούς εφόσον ο κερατοειδής είναι σχετικά λεπτός. Μία πολύ λεπτή δέσμη Laser εφαρμόζεται στην επιφάνεια του κερατοειδούς. Στην τεχνική αυτή γίνεται η αφαίρεση της επιφανειακής μεμβράνης του κερατοειδούς (επιθήλιο), με ένα ειδικό εργαλείο και στη συνέχεια εφαρμόζεται η θεραπεία με το Excimer Laser.
Στο τέλος της επέμβασης τοποθετείται ένας φακός επαφής για να βοηθήσει το επιθήλιο να επουλωθεί μέσα στις επόμενες τρεις με τέσσερις ημέρες.
Η επέμβαση είναι ολιγόλεπτη και γίνεται με χρήση τοπικού αναισθητικού κολλυρίου.
Η μέθοδος έχει διάφορες παραλλαγές ,όπως:
-Aν το επιθήλιο αφαιρεθεί απ’ το Excimer laser με ειδικό λογισμικό, τότε η μέθοδος λέγεται TransPRK η TransASA.
-Όταν χρησιμοποιείται ειδικό διάλυμα αιθανόλης για το διαχωρισμό της επιθηλιακής στοιβάδας, τότε η μέθοδος λέγεται LASEK (Laser Assisted Subepithelial Keratosmileusis).
-Όταν χρησιμοποιείται ειδικός μηχανικός διαχωριστικός μικροκερατόμος για την προσωρινή απομάκρυνση του επιθηλίου η μέθοδος λέγεται Epi-Lasik.
Όταν για τη φωτοκερατεκτομή χρησιμοποιείται αναβαθμισμένου λογισμικού Excimer laser, ειδικά επουλωτικά διαλύματα και φακός επαφής σιλικόνης υδρογέλης, τότε η μέθοδος λέγεται Advanced Surface Ablation (ASA)
Συνήθως χρησιμοποιούμε τη μέθοδο PRK για μυωπία σε περιπτώσεις που ο κερατοειδής είναι σχετικά λεπτός σε σχέση με τη σμίλευση που χρειάζεται ο συγκεκριμένος οφθαλμός ή εμφανίζει ορισμένες ιδιομορφίες. Μετά την επέμβαση τοποθετείται ειδικός φακός επαφής για 3-6 ημέρες και η επανάκτηση της όρασης είναι σταδιακή. Η επιστροφή στις συνήθεις δραστηριότητες γίνεται μετά από 5-7 ημέρες. Η τελική οπτική οξύτητα δεν διαφέρει απ’ την όραση της μεθόδου laser Lasik.
PRK extra:
Μετά την εφαρμογή του excimer Laser στον κερατοειδή χιτώνα ακολουθεί η ενστάλαξη οφθαλμικού διαλύματος ριβοφλαβίνης για 90 δευτερόλεπτα. Εν συνεχεία γίνεται εφαρμογή υπεριώδης ακτινοβολίας με ένταση 30 mW/cm2 για 90 ‘’. Τέλος, τοποθετείται φακός επαφής. Αξίζει δε να σημειωθεί, πως η διαδικασία της επέμβασης διαρκεί μόλις τρία λεπτά και σύμφωνα με τις γνώμες των ασθενών οι οποίοι έχουν πραγματοποιήσει επέμβαση PRK Xtra ο χρόνος ανάρρωσης και η δυσφορία μετά από την διαδικασία της επέμβασης είναι η ίδια μετά από μια συνήθη επέμβαση PRK.
Για περισσότερες πληροφορίες δείτε: Διόρθωση μυωπίας, υπερμετρωπίας, αστιγματισμού με laser.